Ζωγραφίζεις;

Sunday, September 28, 2008

Καφεΐνη

Έκανα το λάθος να πιω καφέ στις 6 το απόγευμα και τώρα βιώνω τις συνέπειες. Όλη η τραγική φαμίλια κοιμάται κι εγώ μιμούμαι τη λεγόμενη νεκρική στάση (οριζοντιωμένος με τα χέρια σταυρωμένα στο στήθος) προσπαθώντας να χαλαρώσω. Δίπλα μου, ένας άνευ λόγου περιχαρής Μπομπ Σφουγγαράκης με στάση σώματος που υποδηλώνει ότι θέλει να τον πάρω αγκαλιά. Ή και γενικότερα (δε θα’ θελα..). Απ’ την άλλη πλευρά, γυνή εκπάγλου καλλονής απαιτεί –χωρίς αμφιβολία- να την πάρω και δη άμεσα. Όχι, δεν αναφέρομαι στην αδερφή μου (ίου) αλλά στην κλασσική αφίσα σε στυλ βουλκανιζατέρ, μόνο που αντί να γράφει Pirelli στο κάτω μέρος, η «δική μας» έχει απλώς δύο ροζ καρδούλεχ. Λιτότης.
Μοιραία λύση κλασσική και αγαπημένη, η τηλεόραση, έτσι για να μπει το μυαλό στο off και να βυθιστώ σε λήθαργο. Ωστόσο, μη έχοντας τηλεόραση στο σπίτι μου, έχω ξεχάσει να τη χειρίζομαι και κυρίως δε γνωρίζω τις πλέον πρόσφατες εξελίξεις (όπως ότι το 4 Ε δεν εκπέμπει αυτή τη σαιζόν).
Έτσι έπεσα στον προσφιλή Λιακόπουλο, ο οποίος με διαβεβαίωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες και το NSA, που δεν αντελήφθην τι είναι αλλά μάλλον αναφερόταν στο National Sucking Association, επιθυμούν να δημιουργηθεί ένα κράτος εν κράτει εν είδει Βατικανού από το Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη. Ο πατριάρχης Μπαρτ όμως εδήλωσε (και το είδαμε σε βίδεο για να μη νομίζουμε ότι ο Δημοσθένης θέλει να μας παραπλανήσει) ότι «η Εθνική Ομοσπονδία Πεολειχίας μπορεί να θέλει και να κάνω το επιτραχήλιό μου σουτιέν αλλά δεν είμαι υποχρεωμένος να υπακούσω». Στη συνέχεια άρχισε να μιλά για τη Σμύρνη αλλά επειδή η Μάρα Μεϊμαρίδη είναι η απόλυτη πηγή επί του θέματος άλλαξα κανάλι και πέρασα στο άλτερ, ελπίζοντας σε σεχ εντ δε σίτυ μπας κι ακούσω πάλι για αξύριστα μουνιά με άσπρες τρίχες.
Εις μάτην. Είχε CSI. Ναι, αυτό που γίνεται ένας φόνος και το εγκληματολογικό έχει και γαμώ τους εξοπλισμούς και η βασική ομάδα ερευνητών αποτελείται από έναν/μία φρικιό βιολόγο που σε μεγάλο ποσοστό των περιπτώσεων δίνει τη λύση της υπόθεσης, έναν είρωνα μπάτσο που ξέρει τα πάντα και είναι και φιλόσοφερ γιατί έχει εξπίριενς εντ σταφ, μία comme il faut μανδάμ μπάτσα που είναι η φωνή της λογικής του φιλόσοφερ αλλά γίνεται και μπιτς ενίοτε, έτσι για να κερδίσουμε και λίγο γκέι κοινό και τέλος, έναν εκπρόσωπο κάποιας μειονότητος για να μη μας πούνε και ρατσιστάς. Προφανώς και σ’αυτό το επεισόδιο τα βρήκανε όλα με τον εξτραβαγκάν εξοπλισμό να βρίσκεται σε πρώτο πλάνο και τις βαρύγδουπες ατάκες-ερωταπαντήσεις σε βαθιά φιλοσοφικά ζητήματα να διαδέχονται η μία την άλλη. Σ’ευχαριστώ, ω άλτερ, διά την γνώσιν που έλαβον και σήμερον.
Έπειτα πετάχτηκα στην ΕΤ1 κι εκεί ήταν που κατάλαβα ότι η τηλεόραση θέλει να με οδηγήσει είτε στην ψύχωση είτε στην πλήρη αποβλάκωση. Ήταν ένας τύπος που το κάθε του μάτι είχε τη διάμετρο κρίκου της ενόργανης και το χρώμα της στολής του Ταμπάκη, μόνο στο πιο πρασινίζον του κι έλεγε σ’έναν άλλο ότι του μιλάει γιατί έχει μεγαλύτερη επικοινωνία με το νησί. Έπειτα του άνοιξε μνια πόρτα και ο άλλος είπε «νταντ;;» και ενεφανίσθη ο πατήρ, με μαλλί ξανθό που ασπρίζει (χάλια, δε γράφει καλά στο φακό) και δεμένος σε μία καρέκλα. Κι εκεί που περιμένω να δω μέχρι πού φτάνει η σχιζοειδής διαταραχή του σεναριογράφου με τα αυτόβουλα επικοινωνούντα νησιά, βγαίνει το λογότυπο «λοστ». Η εικόνα κόλλησε εκεί. Αμηχανία. Το κοιτούσα. Με κοιτούσε. Δυσφορία. Μέχρι που κατάλαβα τι συνέβαινε. Με το που ανεφώνησα «Ααα, ανάποδα διαβάζεται τσολ!»η εικόνα ξεκόλλησε κι εγώ μεταφέρθηκα στη ΝΕΤ, όπου είχαμε ντοκυμαντέρ για μία Αιγυπτιακή πόλη.
Αχαμνίδα θαρρώ τη λέγανε, πού να θυμάμαι μες στη ζάλη μου. Την έχτισε η ομώνυμη δυναστεία (οι Αχαμνοί λογικά;) και σκόπευαν λέει να την κάνουν γκραντέ στον υπερθετικό βαθμό για να μείνει εις τους αιώνας. Παπάρια τελικά. Το αρχικό τοίχος εξηφανίσθη και απ’το γκραν παλαί ρουαγιάλ που κότσαραν σ’ένα λόφο στο κέντρο της πόλης μείνανε μόνο τα θεμέλια. Μούφα γκραντέ.
Ιστορικές ανησυχίες και στο ΣΚΑΪ όπου είδαμε για πολλοστή φορά το στόρυ του Μακεδόνα σελεμπριτέ, Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πόσο ακόμα, ειλικρινά. Τον κάναμε μύθο, θρύλο, σταρ, πρότυπο, ταινία, άγαλμα, κατοστάρικο.. Τι άλλο να κάνουμε πια; Η γιαγιά μου ακόμα γράφει το όνομά του στο Υπέρ Αναπαύσεως, οπότε προσωπικά είμαι καλυμμένος και δε βλέπω κανένα λόγο να παρακολουθήσω το αφιέρωμα.
Πατάω το off.
Και διερωτώμαι.
-με σπαραγμό ψυχής-
**γιατί δεν έχει τηλεμάρκετινγκ γαμώ το Δαρβίνο μου;;**

Tuesday, September 2, 2008

tea pot aaaah.

Τις τελευταίες μέρες εντόπισα μια σπουδαία εννοιολογική διαφορά. Τη διαφορά μεταξύ του "Θέλω να μην κάνω τίποτα" και του "Δε θέλω να κάνω τίποτα". Δε θα εστιάσω καθόλου στη διπλή άρνηση που θα έπρεπε να δηλώνει κατάφαση θεωρώ ώς αξίωμα οτι σημαίνει αυτό που καταλαβαίνει όλος ο κόσμος.
Έχουμε: |Θέλω να μην κάνω τίποτα| και |Δε θέλω να κάνω τίποτα|
Το ένα έχει μια διέξοδο, το άλλο καμία.
Στην πρώτη περίπτωση αυτό που εννοεί αυτός που το λέει είναι ότι τον έχει καταβάλλει μια ραστώνη και δε θέλει να συμμετάσχει σε κάποια δραστηριότητα η οποία απαιτεί τροφοδοσία ενέργειας. Όπως το ερμηνεύει αυτό ο καθένας. Για άλλους σημαίνει ότι θέλουν να κάτσουν σπίτι και να δούν τηλεόραση, για άλλους να κάτσουν σπίτι και να μιλάνε με φίλους, για άλλους να πάνε κάπου κι απλά να μην κουνιούνται κ.α. πολλά, περισσότερο ή λιγότερο αντικειμενικά δραστήρια. Πάντως αυτό το "τίποτα" σε κάποιο βαθμό -μικρό ή μεγάλο- θα τους ικανοποιήσει, εφόσον αυτό είναι που θέλουν.
Στη δεύτερη περίπτωση το νόημα είναι ότι Δεν υπάρχει ο,τιδήποτε το οποίο να μπορεί να ικανοποιήσει αυτόν που το λέει σε οποιοδήποτε βαθμό. Δηλαδή - από πλευράς μου τουλάχιστον- βίωσα αυτό το "Δε θέλω" στο έπακρο. Και υπερισχύει απλά αυτό που δε θέλω λιγότερο. -Θές να μείνεις μέσα; -Όχι. -Θές να βγείς έξω; -Όχι. -Θές να μείνεις μόνος; -Όχι -Θές να πεθάνεις; - Όχι. - Θές να ζεις; -Ναι. να η διέξοδος. Αχα. Σημειολογική διαφορά μεταξύ εμού και των emo.